Σελίδες

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Lapsus Κλάψους XII: Δωσίλογοι σε δόσεις



Διαβάστε το γλωσσικό σημείωμά μου για την ορθή γραφή της λέξης "δωσίλογος", στο ηλεκτρονικό περιοδικό magaz!ne (BonusMallMag), τεύχος Οκτωβρίου 2013, σελίδες 16-17:

http://www.bonusmallmag.gr/019/


ή εδώ:


Είδα τον πόλεμο φάτσα, τη φυλή και τη ράτσα
προδομένη από μέσα, απ' τους πιο πατριώτες
να ’χουν τη μάνα μου αιχμάλωτη με το όπλο στο στόμα
τα παιδιά τους στολίζουν σήμερα τη Βουλή…
[«Πατρίδα», Αλκίνοος Ιωαννίδης]

Είναι πικρή ιστορία για τη χώρα μας ο δωσιλογισμός, θλιβερή. Κι αυτό γιατί σε ευρεία κλίμακα δεν υπήρξε τιμωρία για τους Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για τους προδότες. Φάνηκαν χρήσιμοι στη διάρκεια του Εμφυλίου και πήραν άφεση αμαρτιών. Κι υπάρχει κάτι ακόμα πιο θλιβερό: τα παιδιά τους –που στολίζουν σήμερα τη Βουλή– ντύνονται πατριώτες και υπερπατριώτες, ιδιοποιούνται ένδοξες στιγμές της ελληνικής Ιστορίας, ασχημονούν σε βάρος της σε μικρές δόσεις που όλο και μεγαλώνουν, σαν να δοκιμάζουν λίγο λίγο τη συλλογική μνήμη και αντοχή. Αλλά δεν θα τους περάσει.

Ασχημονούν σε βάρος της Ιστορίας και σε βάρος της γλώσσας. Όμως τα βρίσκουν σκούρα όταν κάποιος γνωρίζει καλά την Ιστορία του και τη γλώσσα του. Όσο μπορούμε, ας βελτιωθούμε και στα δύο. Κι ας αρχίσουμε με κάτι απλό: τη λέξη δωσίλογος ας μάθουμε να τη γράφουμε σωστά, με ωμέγα.






Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Ο "Πήχης του διαβάσματος"


Στον "Πήχη του διαβάσματος" των βιβλιοπωλείων Παπασωτηρίου, για τις ηλικίες 5-6 ετών προτείνεται το βιβλίο μου "Στο αυτοκίνητο δε σε αγαπώ":

http://www.scribd.com/fullscreen/169689601

Ευχαριστώ θερμά!

 

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης: κριτική της Ελένης Σαραντίτη


Η κριτική της κυρίας Ελένης Σαραντίτη για το βιβλίο "Ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης",
το οποίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφρασή μου,
δημοσιεύτηκε στο www.diastixo.gr στις 4/9/2013:

Ανάμεσα στα –όχι και λίγα– βιβλία της γνωστής συγγραφέως που έχω στα χέρια μου και τα οποία διάβασα με ξεχωριστή προσοχή, επέλεξα να παρουσιάσω το παρόν – το βρήκα μοντέρνο, ενδιαφέρον και ρεαλιστικό. Όμως ας θυμηθούμε αρχικώς ότι η Αγγλίδα συγγραφέας από το όμορφο Μπαθ (1945-) έχει γράψει πάρα πολλά βιβλία για παιδιά και νέους: κοινωνικά μυθιστορήματα, αισθηματικά, αστυνομικά, θεατρικά έργα. Και μόνο στην πατρίδα της έχουν πουληθεί περισσότερα από 25 εκατομμύρια αντίτυπα, ενώ έχουν μεταφραστεί σε 30 γλώσσες. Πρόκειται για διάσημη συγγραφέα και πολύ αγαπητή στους έφηβους αναγνώστες, καθώς στο ποικίλο έργο της αγαπά να μπαίνει στον ψυχικό κόσμο των νέων χωρίς δισταγμούς αλλά και με αβρότητα. Την απασχολεί ιδιαιτέρως η ζωή των σύγχρονων οικογενειών και τα προβλήματα –μικρά ή μεγάλα– που αναφύονται, διαρκώς και περισσότερα, απρόβλεπτα και πιο βασανιστικά – δυστυχώς.
 
Η θεματολογία της Τζάκλιν Ουίλσον, λοιπόν, συν μια αβίαστη, άνετη γραφή, ζωντανή και με ζωηρούς διαλόγους, κάνουν τα βιβλία της τόσο αγαπητά στους νέους, διότι μες στις σελίδες τους συχνά βλέπουν το περίγραμμα όχι μόνο του σώματός τους, αλλά της ύπαρξής τους. Σε ορισμένες σελίδες παραλλάσσει ετούτο το γενικό πλαίσιο, αναλόγως των καταστάσεων βέβαια, αλλά πάντοτε ο διάλογος και η ανταλλαγή μυστικών μεταξύ αναγνώστη και συγγραφέα είναι ολοφάνερος.
 
Στα Ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης, η έφηβη Προύντενς, πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, εκδηλώνεται από την πρώτη κιόλας αράδα: «Μισώ τον μπαμπά μου. Το ξέρω ότι πολλές έφηβες το λένε αυτό, αλλά δεν το εννοούν στ’ αλήθεια. Ή τουλάχιστον δεν νομίζω πως το εννοούν. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω καμιά άλλη έφηβη. Κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που μισώ τον μπαμπά. Με κρατάει, στην ουσία, φυλακισμένη». Ωχ, Παναγιά μου, σκέπτομαι κι ο νους μου ταράσσεται. Βλέπετε, τελευταίως, πολλά παρόμοια περιστατικά έρχονται στο φως. Σταδιακά ησυχάζω…
 
Ωστόσο, η Προύντενς δεν σταματά εκεί:
 
«Χρόνια και χρονάκια τώρα, είχα μια μυστική φανταστική φίλη, ένα ενδιαφέρον κορίτσι όλο φαντασία, στην ηλικία μου, ονόματι Τζέιν. Τα πάντα είχαν αρχίσει όταν διάβασα τα πρώτα κεφάλαια της Τζέιν Έιρ. Το κορίτσι αυτό ξεπήδησε ξαφνικά από τις σελίδες του βιβλίου και τρύπωσε κατευθείαν μες στο κεφάλι μου…» Αργότερα, βέβαια, η Τζέιν παραμερίστηκε κάπως για χάρη του Τωβία, γιου του Τωβίτ, ιδωμένον αρχικώς στη Βίβλο, στην ιστορία του «Τωβίτ», στην παλιά έκδοση με την υπέροχη εικονογράφηση του Γκιστάβ Ντορέ, ενώ αργότερα τον ερωτεύτηκε κοιτώντας τον στον γνωστό πίνακα του Βερόκιο*. Αυτό το αγόρι και σεβαστικό γιο, σύμφωνα με τη Βίβλο, η Προύντενς αγάπησε ως τα κατάβαθά της. Διάβαζαν μαζί, μαζί ζωγράφιζαν, έτρωγαν, συζητούσαν. Ήταν αχώριστοι. Κάπου κάπου αντάλλασσαν και φιλιά ή ντροπαλά χάδια.
 
Υπάρχει όμως και μια αδελφή. Πραγματική αυτή. Γκρέις το όνομά της, ετών έντεκα αν και οι τρόποι της, οι συνήθειες και οι προτιμήσεις της παραπέμπουν σε πεντάχρονο κορίτσι. Λατρεύει τον κότσυφα του κήπου, όλα τα ερπετά, ακόμη και μια σκουληκοφωλιά κουβάλησε κι έκρυψε κάτω από το κρεβάτι της. Μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο οι αδελφούλες, πολλές φορές και τις ίδιες σκέψεις. Και τα δυο κορίτσια είναι έγκλειστα σχεδόν. Ο τυραννικός και δύσπιστος, και επιπλέον παραδόπιστος πατέρας τους, δεν τα αφήνει μήτε μέχρι την πλατεία να πάνε, ούτε καν μέχρι το μαγαζάκι της γειτονιάς. Για το κέντρο της πόλης ούτε λόγος. Ούτε λόγος και για σχολείο. Ο ίδιος είχε αναλάβει την εκπαίδευσή τους – του το παρείχε αυτό το δικαίωμα ο νόμος. Ανέχεια, μιζέρια, ζωή άχαρη. Το σπίτι τους είναι πάνω από το βιβλιοπωλείο του πατέρα, όπου σπανίζουν οι πελάτες. Σπανίζουν και οι επισκέπτες στο διαμέρισμα. Μόνο η φαντασία της Γκρέις και της Προύντενς καλπάζει αθόρυβη και ευεργετική. Και οι εκπληκτικές ζωγραφιές της μεγάλης. Η κοπελίτσα αυτή ονειρεύεται να πάει στη Σχολή Καλών Τεχνών. «Ονειρευόμαστε άνεμε», θα μπορούσε να απευθυνθεί στην κρύα νύχτα. Ή κι εμείς θα μπορούσαμε για χάρη της να θυμηθούμε τους στίχους του Λάσκου:
Θερμοκρασία 60 υπό το μηδέν/ και το εισιτήριο προς το Βλαδιβοστόκ στην τσέπη…
 
Ο κύριος Μάιλς, που τους επισκέφτηκε ξαφνικά, ήταν επιθεωρητής εκπαίδευσης. Έπρεπε να διαπιστώσει εάν η Προύντενς ήταν καλώς προετοιμασμένη για τις εξετάσεις της των Πιστοποιητικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Αλλά μετά την επίσκεψή του, τίποτε δεν ήταν σαν πριν. Το υποχρεωτικό φροντιστήριο, το εγκεφαλικό του πατέρα, ο τρόμος, η εγγραφή των κοριτσιών στο δημόσιο σχολείο της γειτονιάς – εν αγνοία βεβαίως του πατέρα τους, που νοσηλεύεται σε οικτρή κατάσταση στο τοπικό νοσοκομείο. «Ο μπαμπάς σας θα με σκοτώσει όταν το μάθει», είχε πει η αγαθή μάνα τρέμοντας από τη φρίκη. Τα δανεικά ρούχα, τα χρέη, οι δυσκολίες προσαρμογής, η περιφρονητική και σκληρή συμπεριφορά ορισμένων συμμαθητών απέναντί τους, οι ίδιες οι ταλαίπωρες κοπέλες που η μητέρα τις έντυνε από ρετάλια κι έμοιαζαν σαν να βγήκαν από ξεχασμένο παραμύθι του Μεσαίωνα, η πελαγωμένη, αδέξια μάνα με τα παλιωμένα ρούχα. Μια ζωή μέγαιρα. Κι αυτές ανυπεράσπιστες σαν γυμνά κλαριά.
 
Κατόπιν, ήρθε ο έρωτας. Φεγγοβόλος και μαζί θεοσκότεινος. Είχε το πρόσωπο του καθηγητή των καλλιτεχνικών της Προύντενς με το γενάκι του, το σκουλαρίκι στο ένα αυτί, το μαύρο τζιν παντελόνι, τα δυο παιδιά και τη συμπαθέστατη νέα γυναίκα του.
 
Κι ήμουν στο σκοτάδι. Κι ήμουν στο σκοτάδι.
Και με είδε μια αχτίδα.
 
Το είχε γράψει ο Κώστας Καρυωτάκης.
Το έζησε για λίγο, για όσο βαστά μια τρίλια, η νεαρή Προύντενς.
Ο έρωτας αυτός, ο πρώτος και καταλυτικός για την Προύντενς, είχε εμφανιστεί με τη μορφή της σωτηρίας αλλά και της άκρας ταπείνωσης. Περίδακρυς, αποκλεισμένη, απελπισμένη η ερωτευμένη κοπέλα, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σχολείο.
 
Πολύ σύντομα διαπίστωσαν κι οι δυο τους αυτό που με έξαρση και ενάργεια μας θύμιζε ο Κωστής Παλαμάς, όταν έγραφε:
 
Η Αγάπη χτίζει εδώ φωλιές, κι ο Απρίλης παραστέκει…
Σ’ αυτό το σπίτι είν’ έτοιμο να πέσει αστροπελέκι.
 
Το τέλος.
 
Αλλά η πεισματάρα η ζωή ξέρει πώς να περιμένει. Πίσω από μάντρες, πίσω από φράχτες, πίσω από φρούρια – δεν παύει να γνέφει στους νέους…
 
Θα ενδιαφέρει πολύ τους νεαρούς αναγνώστες το βιβλίο. Δεν πρόκειται, βέβαια για ανάγνωσμα που θα τους συνταράξει, μιλάμε για ένα βιβλίο πολύ καλογραμμένο που καταπιάνεται με θέματα γνωστά, καθημερινά, οικεία σε πολλούς. Και βέβαια, ανεξαρτήτως της ψυχογραφίας των νέων ηρώων της, η συγγραφέας εισδύει με άψογη τεχνική και πλήρη συμμετοχή και ήθος σε οικογενειακά, οικονομικά, κοινωνικά και αισθηματικά –οπωσδήποτε πιεστικά– αγωνιώδη προβλήματα των ημερών μας. Στην Ευρώπη ή όπου αλλού. Οι καταστάσεις δεν διαφέρουν ιδιαιτέρως, αν και η λύτρωση δεν έρχεται πάντα. Πλην η ζωή, ως γνωστόν, είναι πεισματάρα. Και μεγάλης αντοχής.
 
Στα υπέρ του μυθιστορήματος η πολύ ζωηρή και εύφωνη μετάφραση της Ράνιας Μπουμπουρή.
 
Ηλικία: 13+
 
*Βερόκιο (Verrocchio, Φλωρεντία 1435 – Βενετία 1488). Ιταλός γλύπτης, ζωγράφος και χρυσοχόος. Διηύθυνε ένα σημαντικό εργαστήρι στη Φλωρεντία. Στους μαθητές του συγκαταλέγεται και ο Λεονάρντο ντα Βίντσι.
 
Ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης Τζάκλιν Ουίλσον μετάφραση: Ράνια Μπουμπουρή εικονογράφηση: Nick Sharratt Ψυχογιός 343 σελ. Τιμή € 11,21Ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης
Τζάκλιν Ουίλσον
μετάφραση: Ράνια Μπουμπουρή
εικονογράφηση: Nick Sharratt
Ψυχογιός
343 σελ.
Τιμή € 11,21
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Lapsus Κλάψους XI: Το απρόσκλητο Μ



Διαβάστε το γλωσσικό σημείωμά μου για την εσφαλμένη χρήση του Μ στους μήνες Σεπτέμβριος και Οκτώβριος, στο ηλεκτρονικό περιοδικό BonusMallMag, τεύχος Σεπτεμβρίου 2013, σελίδες 16-17:

http://www.bonusmallmag.gr/018/


ή εδώ:

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα Μ πολύ αδιάκριτο. Όλο πήγαινε κι έχωνε τη μύτη του σε ξένες υποθέσεις. Φύτρωνε εκεί που δεν το έσπερναν. Εμφανιζόταν απρόσκλητο όπου του έκανε κέφι – με ιδιαίτερη προτίμηση στα ονόματα των μηνών. Όταν άκουγε τη λέξη Σεπτέμβριος, έτρεχε να φάει τη θέση του Π: Σεμτέμβριος. Όταν άκουγε τη λέξη Οκτώβριος, έτρεχε να χωθεί πριν από το Β: Οκτώμβριος.

Οι μήνες όμως δεν ήθελαν να τους χαλάει ένα Μ τη μόστρα. Γι’ αυτό και έκαναν κάτι πολύ απλό, που όμως τείνει να γίνει σπάνιο στις μέρες μας: το προσκάλεσαν για να μιλήσουν ήρεμα και πολιτισμένα.

Κι έτσι, το απρόσκλητο Μ πήγε με πρόσκληση αυτή τη φορά να βρει τους μήνες. Κι εκείνοι του εξήγησαν, όμορφα κι απλά: «Ο Σεπτέμβριος ήταν ο έβδομος μήνας του παλιού ρωμαϊκού ημερολογίου. Στα λατινικά, septem είναι το επτά. Δεν χωράς εδώ, καλό μας Μ. Κι ο Οκτώβριος, όσο κι αν φαίνεται λογικό ν’ ακολουθεί την κατάληξη των άλλων μηνών, δεν το θέλει το Μ. Ούτε εδώ χωράς, καλό μας».

Και το Μ, γοητευμένο από την αβρή τους συμπεριφορά, τα βρήκε μαζί τους και τους άφησε στην ησυχία τους. Μήπως να τους αφήσουμε κι εμείς;