Τι έχουν να μας πουν τα βιβλία της Τζέιν Όστεν σήμερα; Κατά τη γνώμη μου, πολλά. Κι αυτό διότι, όπως κάθε έργο που ο χρόνος το καθιστά κλασικό, μιλούν για τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης με τρόπο διεισδυτικό, ξεκάθαρο, αποκαλυπτικό – στην περίπτωσή της, και αστείο. Με μια λέξη, απολαυστικό. Διόλου παράξενο, λοιπόν, που εδώ και δύο αιώνες η Τζέιν Όστεν έχει φανατικό αναγνωστικό κοινό παγκοσμίως – μάλιστα, από τα τέλη του 19ου αιώνα χρησιμοποιείται ο όρος Janeitism («τζεϊνιτισμός», θα λέγαμε), για τη λατρεία στο έργο της, και Janeites για τους φανατικούς αναγνώστες και τις φανατικές αναγνώστριές της (πρβλ. το διήγημα «The Janeites» του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, σχετικά με μια μυστική λέσχη στρατιωτών φανατικών αναγνωστών της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο).
Η Κέιτι Μπέρτσιλ, που διασκεύασε την Έμμα, σημειώνει: «Το θέμα είναι πως όλος ο κόσμος ξέρει ότι η Τζέιν Όστεν ήταν πολύ έξυπνη, πολύ αστεία και πολύ ταλαντούχα, αλλά μερικές φορές δε δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο ότι ήταν και πολύ γενναία. Στην εποχή της, οι γυναίκες δεν είχαν καθόλου δύναμη. Οι κοινωνικές απαιτήσεις για τις γυναίκες ήταν να είναι όμορφες, να καλοπαντρεύονται και να μην κάνουν και πολλά άλλα πράγματα. Δεν έπρεπε να σπουδάζουν. Δεν έπρεπε να έχουν προσωπική άποψη, να ασχολούνται με την πολιτική ή να διαβάζουν βιβλία. Και ασφαλώς δεν έπρεπε να χασομεράνε γράφοντας μυθιστορήματα. Η Τζέιν όμως δεν άφησε όλα αυτά τα “δεν πρέπει” να τη σταματήσουν. Δεν ήταν εύκολο, όμως με πολλή αποφασιστικότητα και σκληρή δουλειά κατάφερε να δει τα βιβλία της να εκδίδονται. Αυτό ήθελε κότσια. Πλέον συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο διάσημες και σημαντικές συγγραφικές πένες όλων των εποχών».
Η Ναρίντερ Ντάμι, που διασκεύασε την Πειθώ, λέει: «Εκ πρώτης όψεως, η Τζέιν Όστεν κι εγώ δεν έχουμε τίποτα κοινό, εκτός από το ότι είμαστε και οι δύο συγγραφείς. Εγώ είμαι μια συνηθισμένη κοπέλα, από μια συνηθισμένη οικογένεια, ο μπαμπάς μου ήταν οδηγός λεωφορείου και είμαι μιγάδα. […] Γιατί, λοιπόν, όταν διάβασα το πρώτο μυθιστόρημα της Τζέιν Όστεν στα δεκατέσσερά μου χρόνια, έγινε η αγαπημένη μου συγγραφέας; Γιατί ένιωσα τέτοια σύνδεση με την Τζέιν, γιατί ένιωσα ότι με αφορούν τα βιβλία της; Νομίζω, διότι η Τζέιν Όστεν ήταν επαναστάτρια. Έκανε ό,τι δεν έπρεπε να κάνει μια γυναίκα στην εποχή της και παραβίασε όλους τους κανόνες: εργάστηκε ως συγγραφέας, έβγαλε χρήματα από την εργασία της, δε χρειαζόταν δηλαδή σύζυγο να τη συντηρεί, και δημιούργησε ορισμένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ. Γι’ αυτό αγαπώ τόσο πολύ την Τζέιν Όστεν».
Όλος ο κόσμος ξέρει ότι η Τζέιν Όστεν ήταν πολύ έξυπνη, πολύ αστεία και πολύ ταλαντούχα, αλλά μερικές φορές δε δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο ότι ήταν και πολύ γενναία.
Η Τζοάνα Νέιντιν, που διασκεύασε τη Λογική και ευαισθησία, δηλώνει: «…Ούτε καν οι ικεσίες της γιαγιάς μου, όταν ήμουν μια βιβλιοφάγος δεκατριών ετών, να δώσω μια ευκαιρία στα μυθιστορήματα της Τζέιν Όστεν επειδή “είναι φεμινιστικά, είναι αστεία” δεν κατάφεραν να με πείσουν ν’ αφήσω στην άκρη τα αγαπημένα μου μυθιστορήματα με άλογα και πόνι, για να μπω σε σελίδες γεμάτες μέλη των οικογενειών Μπένετ, Έλιοτ και Ντάσγουντ. “Είναι πολύ παλιομοδίτικα” είμαι σίγουρη ότι παραπονιόμουν. Είναι πολύ ξενέρωτα, είμαι σίγουρη ότι σκεφτόμουν. Λοιπόν, ίσως μου πήρε πάνω από τρεις δεκαετίες, πάντως έχω πλέον συνειδητοποιήσει την ανοησία της δικής μου περηφάνιας και προκατάληψης κι έχω πάρει πίσω όλα αυτά που τόσο ασυλλόγιστα έλεγα, διότι η Όστεν παραμένει μοντέρνα και επίκαιρη, είναι αστεία και, ναι, φεμινίστρια».
H Αΐσα Μάλικ, που διασκεύασε το Μάνσφιλντ Παρκ, λέει: «Για μένα, η Όστεν είναι σύγχρονη και διαχρονική· ένα βάλσαμο για την ψυχή μου· έμπνευση για ν’ αντιμετωπίζω δύσκολα θέματα με ανάλαφρη διάθεση. Γι’ αυτό κι αναρωτιέμαι συχνά: Τι θα έκανε η Όστεν σε μια αντίστοιχη κατάσταση; Και ξέρω, κάθε φορά, την απάντηση: Θα τη διακωμωδούσε».
Ο άντρας της συντροφιάς, ο Στίβεν Μπάτλερ, που διασκεύασε Το αβαείο του Νορθάνγκερ, υπογραμμίζει: «…λάτρεψα το παιχνιδιάρικο, σκανταλιάρικο στοιχείο που υπάρχει εδώ. Ίσως διαφωνήσετε, θεωρώ όμως ότι ενώ ως βιβλίο το Αβαείο του Νορθάνγκερ παριστάνει πως αναφέρεται στη σημασία τού ν’ ακολουθούμε τους κανόνες, η –κρυφή– πραγματικότητα είναι πως αναφέρεται στη σημασία τού να τους παραβαίνουμε. Υπάρχει λόγος που η τελευταία λέξη του βιβλίου είναι η “ανυπακοή” – κι αυτό το βρίσκω θαυμάσιο. Νιώθω ανόητος που δεν είχα διαβάσει βιβλία της Τζέιν Όστεν νωρίτερα στη ζωή μου. Θα μου άρεσε να βουτήξω στις ιστορίες αυτές από μικρός και να τις κουβαλώ μεγαλώνοντας, μόνο που δεν το ήξερα τότε…»
Οι παραπάνω διασκευές κυκλοφορούν στη σειρά «Η υπέροχη Όστεν» των Εκδόσεων Μίνωας, με εικονογράφηση της Γαλλίδας Εγκλαντίν Κελμάνς, η οποία ως λάτρις της Τζέιν Όστεν σημειώνει: «Ανακάλυψα την πένα της με το μυθιστόρημα Περηφάνια και προκατάληψη ένα ηλιόλουστο καλοκαίρι κι έχω ωραιότατες αναμνήσεις από τις ώρες που πέρασα διαβάζοντάς το στον κήπο, κάτω από την κλαίουσα ιτιά της γιαγιάς μου. […] Η Τζέιν Όστεν είναι μια συγγραφέας που κατάφερε ν’ απεικονίσει την Αγγλία του δέκατου ένατου αιώνα με εκπληκτικά μοντέρνο τρόπο. Αμφισβήτησε την ηθική αξία των ονομαζόμενων “ευκατάστατων” ατόμων και κατάφερε να γράψει μ’ εξυπνάδα, αιχμηρή ματιά και ανεξάρτητο πνεύμα σε μια εποχή κατά την οποία οι γυναίκες θεωρούνταν μηδενικά, εάν δεν ήταν παντρεμένες…».
Ευχής έργον –για όλα τα κλασικά λογοτεχνικά έργα, και όχι μόνο για τα βιβλία της Τζέιν Όστεν– είναι η κάθε διασκευή τους να φέρνει τα παιδιά ένα βήμα πιο κοντά στις πλήρεις εκδόσεις τους, ξυπνώντας τους τη λαχτάρα να βουτήξουν στον κόσμο αυτών των αριστουργημάτων χωρίς περικοπές.
Πηγή: https://diastixo.gr/epikaira/apopseis/19109-siggrafeis-paidikis-logotexnias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου