Γράφει ο Αντρέας Κούνιος
ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΏΝ ζούνε γίγαντες βαρύτονοι και καλικάντζαροι τενόροι, νεράιδες υψίφωνες και μάγισσες της μοντέρνας μουσικής. Κι όλοι τους τραγουδάνε με κέφι και με μπρίο. Ένας μόνο, ένας νάνος φάλτσος, δεν τολμάει να ανοίξει το στόμα του, γιατί ντρέπεται πολύ. Ώσπου ψάχνοντας... ψάχνοντας... βρίσκει επιτέλους κάποιους που εκτιμούν το τραγούδι του - και τη φωνή του. Μια γλυκιά και καθόλου «φάλτσα» ιστορία για την αισιοδοξία. Για την υπομονή και την επιμονή του μικρού τραγουδιστή να χαρεί με τον τρόπο του, με τη δική του φωνή, τη ζωή. [...Η Ράνια Μπουμπουρή είναι επιμελήτρια εκδόσεων και μεταφράστρια. Γεννήθηκε το 1974 στο Καρπενήσι, όπου πέρασε ξέγνοιαστα παιδικά χρόνια με πολλά γέλια και πολλούς καβγάδες με τις τέσσερις αδελφές της. Σπούδασε στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του Α.Π.Θ., όπου αρίστευσε στα μαθήματα Λόγου και Φιλοσοφίας. Ζει με την οικογένειά της στην Αθήνα...]
Σκέψου τώρα να τραγουδάς και οι άλλοι, αντί να σε χειροκροτούν, να σε γιουχαΐζουν. Σκέψου, ακόμη, να στουπώνουν τα αυτιά τους με βουλοκέρι, προτού καν ανοίξεις το στόμα σου. Παίρνεις ή δεν παίρνεις τα όρη και τα βουνά; Φυσικά τα παίρνεις αλλά, καλύτερα, ξεκινάς με τις πεδιάδες όπου είναι και βολικότερο το έδαφος και τότε, μπαίνεις σε μια εγκατάσταση που πρώτη φορά αντικρίζεις στη ζωή σου. Πρόκειται για θερμοκήπιο. Για ένα θερμοκήπιο που σε υποδέχεται εγκάρδια και, ιδίως, ζεστά, λόγω της φύσης του αλλά, ιδού η αντίφαση, οι τουλίπες είναι μαραζωμένες, γέρνουν προς τα πλάγια, χάνουν το χρώμα τους και το κέφι τους.
Εσύ, λοιπόν, ο φάλτσος νάνος, αφού βρίσκεις πρόθυμο ακροατήριο, εκμεταλλεύεσαι τις ευνοϊκές συνθήκες και αρχίζεις, ξανά, αν και ποτέ δεν το σταμάτησες, το τραγούδι. Κι επειδή η φωνή σου «δροσίζει σαν πρωτοβρόχι, ταρακουνά σαν χαλάζι, χαϊδεύει σαν αγέρι και φωτίζει σαν κεραυνός», δίνει πνοή και ζωή στις τουλίπες, προκαλώντας θαυμασμό στον ιδιοκτήτη του θερμοκηπίου ο οποίος, μεταξύ μας, δεκάρα δεν δίνει για τις φωνητικές σου χορδές. Του είναι αρκετό πως τα λουλούδια του, επιτέλους, ζωντανεύουν και, πού ξέρεις, αύριο-μεθαύριο, θα ξεκινήσουν και τις χορογραφίες ακολουθώντας τον ρυθμό του τραγουδιού σου.
Σύντομο, τρυφερό και γάργαρο παραμύθι, σκιαγραφεί, με αθώες λεξούλες, και πρωτίστως με αθώες νοτούλες! την δικαίωση ενός νάνου που η φωνή του αποτελεί γιγάντια! παραφωνία αλλά, εν τέλει, τον περιμένει ένα κοινό που ενθουσιάζεται με τις αναζωογονητικές του επιδόσεις. Γελάς με το ανάλαφρο χιούμορ της Μπουμπουρή, εντυπωσιάζεσαι με τις ζωντανές εικόνες της Λεωνίδου, συμπονείς τον φάλτσο νάνο και θυμάσαι τον Χέμινγουεϊ: «Συμφωνώ ότι η μουσική εξευγενίζει τον άνθρωπο αλλά εγώ, καλού-κακού, κρατώ πάντα μαζί μου την καραμπίνα». Προς Θεού, δεν το γράφω για να φοβηθεί ο φάλτσος νάνος, το γράφω για να φοβηθούν όλοι αυτοί οι άμουσοι του πενταγράμμου που μας τρώνε, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τα αυτιά με τις στριγγλιές τους. Άστε που, ψηφίζοντας να παραμείνει! ο φάλτσος νάνος, έχετε εξασφαλισμένο και ένα ματσάκι τουλίπες.
*Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Εικόνες: Νίκη Λεωνίδου.
Σκέψου τώρα να τραγουδάς και οι άλλοι, αντί να σε χειροκροτούν, να σε γιουχαΐζουν. Σκέψου, ακόμη, να στουπώνουν τα αυτιά τους με βουλοκέρι, προτού καν ανοίξεις το στόμα σου. Παίρνεις ή δεν παίρνεις τα όρη και τα βουνά; Φυσικά τα παίρνεις αλλά, καλύτερα, ξεκινάς με τις πεδιάδες όπου είναι και βολικότερο το έδαφος και τότε, μπαίνεις σε μια εγκατάσταση που πρώτη φορά αντικρίζεις στη ζωή σου. Πρόκειται για θερμοκήπιο. Για ένα θερμοκήπιο που σε υποδέχεται εγκάρδια και, ιδίως, ζεστά, λόγω της φύσης του αλλά, ιδού η αντίφαση, οι τουλίπες είναι μαραζωμένες, γέρνουν προς τα πλάγια, χάνουν το χρώμα τους και το κέφι τους.
Εσύ, λοιπόν, ο φάλτσος νάνος, αφού βρίσκεις πρόθυμο ακροατήριο, εκμεταλλεύεσαι τις ευνοϊκές συνθήκες και αρχίζεις, ξανά, αν και ποτέ δεν το σταμάτησες, το τραγούδι. Κι επειδή η φωνή σου «δροσίζει σαν πρωτοβρόχι, ταρακουνά σαν χαλάζι, χαϊδεύει σαν αγέρι και φωτίζει σαν κεραυνός», δίνει πνοή και ζωή στις τουλίπες, προκαλώντας θαυμασμό στον ιδιοκτήτη του θερμοκηπίου ο οποίος, μεταξύ μας, δεκάρα δεν δίνει για τις φωνητικές σου χορδές. Του είναι αρκετό πως τα λουλούδια του, επιτέλους, ζωντανεύουν και, πού ξέρεις, αύριο-μεθαύριο, θα ξεκινήσουν και τις χορογραφίες ακολουθώντας τον ρυθμό του τραγουδιού σου.
Σύντομο, τρυφερό και γάργαρο παραμύθι, σκιαγραφεί, με αθώες λεξούλες, και πρωτίστως με αθώες νοτούλες! την δικαίωση ενός νάνου που η φωνή του αποτελεί γιγάντια! παραφωνία αλλά, εν τέλει, τον περιμένει ένα κοινό που ενθουσιάζεται με τις αναζωογονητικές του επιδόσεις. Γελάς με το ανάλαφρο χιούμορ της Μπουμπουρή, εντυπωσιάζεσαι με τις ζωντανές εικόνες της Λεωνίδου, συμπονείς τον φάλτσο νάνο και θυμάσαι τον Χέμινγουεϊ: «Συμφωνώ ότι η μουσική εξευγενίζει τον άνθρωπο αλλά εγώ, καλού-κακού, κρατώ πάντα μαζί μου την καραμπίνα». Προς Θεού, δεν το γράφω για να φοβηθεί ο φάλτσος νάνος, το γράφω για να φοβηθούν όλοι αυτοί οι άμουσοι του πενταγράμμου που μας τρώνε, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τα αυτιά με τις στριγγλιές τους. Άστε που, ψηφίζοντας να παραμείνει! ο φάλτσος νάνος, έχετε εξασφαλισμένο και ένα ματσάκι τουλίπες.
*Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Εικόνες: Νίκη Λεωνίδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου