«Σαραζίν» του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, από τις Εκδόσεις Στερέωμα (Μετάφραση – Επίμετρο: Κώστας Κατσουλάρης, Πρώτη έκδοση: Μάιος 2016)
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
Με τη νουβέλα Σαραζίν του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ένα έργο ιδιαίτερο και παραγνωρισμένο επί εκατό και πλέον χρόνια, οι Εκδόσεις Στερέωμα εγκαινιάζουν την καινούργια τους σειρά, «Κλασικοί και Σύγχρονοι». Πρόκειται για μια σειρά που φιλοδοξεί να γνωρίσει στους σημερινούς αναγνώστες, και ιδίως στους νέους, κείμενα κλασικά, τα οποία φωτίζουν το σήμερα μέσα από τις σύνθετες πτυχές και διαστάσεις της ανθρώπινης φύσης και της κοινωνικής εξέλιξης.
Ο πολυγραφότατος Ονορέ ντε Μπαλζάκ (1799-1850), ένας από τους θεμελιωτές του ρεαλιστικού μυθιστορήματος –αποκαλείται, μάλιστα, και «Σαίξπηρ του μυθιστορήματος»–, καινοτόμησε με ήρωες που επανεμφανίζονται στις ιστορίες του, έτσι ώστε οι χαρακτήρες τους να χτίζονται σταδιακά και σε διαφορετικές συνθήκες, νουβέλα τη νουβέλα, μυθιστόρημα το μυθιστόρημα. Υπολογίζεται ότι στα δεκάδες έργα του, ογκώδη ή ολιγοσέλιδα, που απαρτίζουν την Ανθρώπινη Κωμωδία, ο Ντε Μπαλζάκ παρουσιάζει περίπου 2.500 επώνυμους και 600 ανώνυμους χαρακτήρες.
Η παρούσα έκδοση του Σαραζίν περιλαμβάνει σύντομο Πρόλογο και εξαιρετικό Επίμετρο του μεταφραστή-συγγραφέα Κώστα Κατσουλάρη, Βιβλιογραφία σχετική με το Επίμετρο, καθώς και κατατοπιστικό Χρονολόγιο. Ως εξώφυλλο του βιβλίου έχει επιλεγεί εύστοχα ο πίνακας Modjesko, Soprano Singer του Γάλλου-Ολλανδού φωβιστή Κέις φαν Ντόγκεν (Kees van Dongen, 1877-1968).
Σύμφωνα με την υπόθεση, σ’ έναν μεγαλοπρεπή χορό που δίνεται στο μέγαρο των Ντε Λαντύ στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1830, ένας από τους προσκεκλημένους στέκεται στο παράθυρο παρατηρώντας τον φυσικό κόσμο έξω από το κτίριο και τον κόσμο των ανθρώπων μέσα σε αυτό, με τρόπο ώστε ν’ αναδύονται ήδη από την πρώτη σελίδα του έργου δύο από τα πολλά δίπολά του. Το αυτί του προσκεκλημένου πιάνει ψήγματα συζητήσεων-κουτσομπολιών σχετικά με την προέλευση της αμύθητης περιουσίας των μυστηριωδών οικοδεσποτών, ενώ το μάτι του εντοπίζει με απίστευτη οξυδέρκεια τα πάντα. Χαρακτηριστικό της γραφής του Ντε Μπαλζάκ αυτή η λεπτομερειακή καταγραφή, που με τρόπο φωτογραφικό αποτυπώνει την εξωτερική όψη των πραγμάτων, σκαλίζοντας και φανερώνοντας παράλληλα την εσωτερική. Απολαυστικές περιγραφές, καυστικές παρατηρήσεις: «Αρκεί η υψηλή κοινωνία να γνωρίζει το ύψος της περιουσίας σου και σε τοποθετεί δίπλα δίπλα με τους ομοίους σου, και ουδείς πρόκειται να ζητήσει να δει τις περγαμηνές σου, γιατί όλοι γνωρίζουν πόσο λίγο κοστίζει για να αποκτηθούν. Σε μια πόλη που τα κοινωνικά προβλήματα λύνονται σαν αλγεβρικές εξισώσεις, οι τυχοδιώκτες βρίσκουν εξαιρετικές ευκαιρίες ανέλιξης» (σσ.18-19).
Το μεγάλο σούσουρο ξεσπά, ως συνήθως, όταν εμφανίζεται στην αίθουσα το πιο μυστηριώδες πρόσωπο της μυστηριώδους οικογένειας των Ντε Λαντύ: ένας ζάπλουτος υπερήλικας, μια φοβερά επιτηδευμένη παρουσία, μια ύπαρξη που αγγίζει τα όρια της ανυπαρξίας, ένα τέρας. Ο ήρωάς μας, λοιπόν, που συνοδεύει μια νέα και ωραία γυναίκα στον χορό, αποσπά τη δέσμευση για μια ιδιαίτερη συνάντηση μαζί της, με την υπόσχεση ότι θα της αποκαλύψει τα πάντα για τον μυστηριώδη αυτόν άνθρωπο.
Κι έτσι αρχίζει η δεύτερη ιστορία της νουβέλας, εγκιβωτισμένη στην πρώτη: η ιστορία του Γάλλου γλύπτη Ερνέστ-Ζαν Σαραζίν, ο οποίος με μεγάλο ζήλο για την τέχνη του πήγε στη Ρώμη, ώστε να εργαστεί μελετώντας από κοντά τα σπουδαία έργα των μεγάλων προκατόχων του. Ένα βράδυ, στο θέατρο Αρζεντίνα, κεραυνοβολήθηκε από έρωτα για την πριμαντόνα Ζαμπινέλα. «Εκείνη τη στιγμή θαύμαζε την ιδανική ομορφιά που την τελειότητά της είχε ως τότε αναζητήσει εδώ κι εκεί στη φύση, γυρεύοντας σε ένα μοντέλο, συχνά αποκρουστικό, τις καμπύλες μιας τέλειας γάμπας, σ’ ένα άλλο το περίγραμμα του στήθους, σ’ ένα τρίτο τους λευκούς ώμους, δανειζόμενος τελικά τον λαιμό μιας νεαρής κοπέλας, τα χέρια μιας άλλης, τα στιλπνά γόνατα ενός παιδιού, δίχως να έχει ποτέ συναντήσει κάτω από τον ψυχρό ουρανό του Παρισιού τα πληθωρικά και μειλίχια πλάσματα της Αρχαίας Ελλάδας. Η Ζαμπινέλα τού φανέρωσε συγκεντρωμένες, ολοζώντανες και λεπταίσθητες τις υπέροχες αναλογίες της γυναικείας φύσης, τις τόσο διακαώς ποθητές, των οποίων ένας γλύπτης είναι, ταυτοχρόνως, ο πλέον αυστηρός κι ο πλέον παθιασμένος κριτής» (σσ.39-40).
Ακολουθούν παράγραφοι ζωηρών περιγραφών της «ανοιξιάτικης φρεναπάτης» του έρωτα και του δημιουργικού οίστρου που προκαλεί. Αλλά ποια είναι, τέλος πάντων, αυτή η εξαίσια οπτασία, που μονοπωλεί βασανιστικά και ηδονικά τη σκέψη και τις ονειροπολήσεις του Σαραζίν; Αυτό δεν γίνεται να το αποκαλύψουμε εδώ. Εδώ θα πούμε μόνον ότι το κείμενο είναι τόσο μεστό, η γραφή τόσο σαγηνευτική, τα θέματα που θίγονται τόσο πολλά και διαχρονικά, ώστε αποτελεί πλούτο η ανάγνωσή του. Εξαίρετη, σημειωτέον, η μετάφραση του Κώστα Κατσουλάρη, ο οποίος υπογραμμίζει στο Επίμετρο: «Πάνω απ’ όλα, όμως, ο Σαραζίν παραμένει ένα κείμενο απολαυστικό στην ανάγνωση, που εντυπωσιάζει με την κατασκευαστική αρτιότητα και με την πολυσημία του, ένα γοητευτικό αίνιγμα για τις πολλαπλές ταυτότητες του σύγχρονου ανθρώπου και την αμφίδρομη σχέση του καλλιτέχνη με το έργο του».
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
Με τη νουβέλα Σαραζίν του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ένα έργο ιδιαίτερο και παραγνωρισμένο επί εκατό και πλέον χρόνια, οι Εκδόσεις Στερέωμα εγκαινιάζουν την καινούργια τους σειρά, «Κλασικοί και Σύγχρονοι». Πρόκειται για μια σειρά που φιλοδοξεί να γνωρίσει στους σημερινούς αναγνώστες, και ιδίως στους νέους, κείμενα κλασικά, τα οποία φωτίζουν το σήμερα μέσα από τις σύνθετες πτυχές και διαστάσεις της ανθρώπινης φύσης και της κοινωνικής εξέλιξης.
Ο πολυγραφότατος Ονορέ ντε Μπαλζάκ (1799-1850), ένας από τους θεμελιωτές του ρεαλιστικού μυθιστορήματος –αποκαλείται, μάλιστα, και «Σαίξπηρ του μυθιστορήματος»–, καινοτόμησε με ήρωες που επανεμφανίζονται στις ιστορίες του, έτσι ώστε οι χαρακτήρες τους να χτίζονται σταδιακά και σε διαφορετικές συνθήκες, νουβέλα τη νουβέλα, μυθιστόρημα το μυθιστόρημα. Υπολογίζεται ότι στα δεκάδες έργα του, ογκώδη ή ολιγοσέλιδα, που απαρτίζουν την Ανθρώπινη Κωμωδία, ο Ντε Μπαλζάκ παρουσιάζει περίπου 2.500 επώνυμους και 600 ανώνυμους χαρακτήρες.
Η παρούσα έκδοση του Σαραζίν περιλαμβάνει σύντομο Πρόλογο και εξαιρετικό Επίμετρο του μεταφραστή-συγγραφέα Κώστα Κατσουλάρη, Βιβλιογραφία σχετική με το Επίμετρο, καθώς και κατατοπιστικό Χρονολόγιο. Ως εξώφυλλο του βιβλίου έχει επιλεγεί εύστοχα ο πίνακας Modjesko, Soprano Singer του Γάλλου-Ολλανδού φωβιστή Κέις φαν Ντόγκεν (Kees van Dongen, 1877-1968).
Σύμφωνα με την υπόθεση, σ’ έναν μεγαλοπρεπή χορό που δίνεται στο μέγαρο των Ντε Λαντύ στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1830, ένας από τους προσκεκλημένους στέκεται στο παράθυρο παρατηρώντας τον φυσικό κόσμο έξω από το κτίριο και τον κόσμο των ανθρώπων μέσα σε αυτό, με τρόπο ώστε ν’ αναδύονται ήδη από την πρώτη σελίδα του έργου δύο από τα πολλά δίπολά του. Το αυτί του προσκεκλημένου πιάνει ψήγματα συζητήσεων-κουτσομπολιών σχετικά με την προέλευση της αμύθητης περιουσίας των μυστηριωδών οικοδεσποτών, ενώ το μάτι του εντοπίζει με απίστευτη οξυδέρκεια τα πάντα. Χαρακτηριστικό της γραφής του Ντε Μπαλζάκ αυτή η λεπτομερειακή καταγραφή, που με τρόπο φωτογραφικό αποτυπώνει την εξωτερική όψη των πραγμάτων, σκαλίζοντας και φανερώνοντας παράλληλα την εσωτερική. Απολαυστικές περιγραφές, καυστικές παρατηρήσεις: «Αρκεί η υψηλή κοινωνία να γνωρίζει το ύψος της περιουσίας σου και σε τοποθετεί δίπλα δίπλα με τους ομοίους σου, και ουδείς πρόκειται να ζητήσει να δει τις περγαμηνές σου, γιατί όλοι γνωρίζουν πόσο λίγο κοστίζει για να αποκτηθούν. Σε μια πόλη που τα κοινωνικά προβλήματα λύνονται σαν αλγεβρικές εξισώσεις, οι τυχοδιώκτες βρίσκουν εξαιρετικές ευκαιρίες ανέλιξης» (σσ.18-19).
Το μεγάλο σούσουρο ξεσπά, ως συνήθως, όταν εμφανίζεται στην αίθουσα το πιο μυστηριώδες πρόσωπο της μυστηριώδους οικογένειας των Ντε Λαντύ: ένας ζάπλουτος υπερήλικας, μια φοβερά επιτηδευμένη παρουσία, μια ύπαρξη που αγγίζει τα όρια της ανυπαρξίας, ένα τέρας. Ο ήρωάς μας, λοιπόν, που συνοδεύει μια νέα και ωραία γυναίκα στον χορό, αποσπά τη δέσμευση για μια ιδιαίτερη συνάντηση μαζί της, με την υπόσχεση ότι θα της αποκαλύψει τα πάντα για τον μυστηριώδη αυτόν άνθρωπο.
Κι έτσι αρχίζει η δεύτερη ιστορία της νουβέλας, εγκιβωτισμένη στην πρώτη: η ιστορία του Γάλλου γλύπτη Ερνέστ-Ζαν Σαραζίν, ο οποίος με μεγάλο ζήλο για την τέχνη του πήγε στη Ρώμη, ώστε να εργαστεί μελετώντας από κοντά τα σπουδαία έργα των μεγάλων προκατόχων του. Ένα βράδυ, στο θέατρο Αρζεντίνα, κεραυνοβολήθηκε από έρωτα για την πριμαντόνα Ζαμπινέλα. «Εκείνη τη στιγμή θαύμαζε την ιδανική ομορφιά που την τελειότητά της είχε ως τότε αναζητήσει εδώ κι εκεί στη φύση, γυρεύοντας σε ένα μοντέλο, συχνά αποκρουστικό, τις καμπύλες μιας τέλειας γάμπας, σ’ ένα άλλο το περίγραμμα του στήθους, σ’ ένα τρίτο τους λευκούς ώμους, δανειζόμενος τελικά τον λαιμό μιας νεαρής κοπέλας, τα χέρια μιας άλλης, τα στιλπνά γόνατα ενός παιδιού, δίχως να έχει ποτέ συναντήσει κάτω από τον ψυχρό ουρανό του Παρισιού τα πληθωρικά και μειλίχια πλάσματα της Αρχαίας Ελλάδας. Η Ζαμπινέλα τού φανέρωσε συγκεντρωμένες, ολοζώντανες και λεπταίσθητες τις υπέροχες αναλογίες της γυναικείας φύσης, τις τόσο διακαώς ποθητές, των οποίων ένας γλύπτης είναι, ταυτοχρόνως, ο πλέον αυστηρός κι ο πλέον παθιασμένος κριτής» (σσ.39-40).
Ακολουθούν παράγραφοι ζωηρών περιγραφών της «ανοιξιάτικης φρεναπάτης» του έρωτα και του δημιουργικού οίστρου που προκαλεί. Αλλά ποια είναι, τέλος πάντων, αυτή η εξαίσια οπτασία, που μονοπωλεί βασανιστικά και ηδονικά τη σκέψη και τις ονειροπολήσεις του Σαραζίν; Αυτό δεν γίνεται να το αποκαλύψουμε εδώ. Εδώ θα πούμε μόνον ότι το κείμενο είναι τόσο μεστό, η γραφή τόσο σαγηνευτική, τα θέματα που θίγονται τόσο πολλά και διαχρονικά, ώστε αποτελεί πλούτο η ανάγνωσή του. Εξαίρετη, σημειωτέον, η μετάφραση του Κώστα Κατσουλάρη, ο οποίος υπογραμμίζει στο Επίμετρο: «Πάνω απ’ όλα, όμως, ο Σαραζίν παραμένει ένα κείμενο απολαυστικό στην ανάγνωση, που εντυπωσιάζει με την κατασκευαστική αρτιότητα και με την πολυσημία του, ένα γοητευτικό αίνιγμα για τις πολλαπλές ταυτότητες του σύγχρονου ανθρώπου και την αμφίδρομη σχέση του καλλιτέχνη με το έργο του».
Βρείτε το εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου