O Ευγένιος Τριβιζάς είναι ο πιο γνωστός Έλληνας συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας. Στον επαγγελματικό στίβο, είναι πτυχιούχος της Νομικής και των Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος του πτυχίου Master of Laws (University College), διδάκτωρ Νομικής και Senior Research Fellow του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (London School of Economics and Political Science). Έχει διδάξει εγκληματολογία και συγκριτικό ποινικό δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Reading, όπου διηύθυνε το Τμήμα Εγκληματολογικών Μελετών. Έχει διδάξει επίσης στο Bramshill Police College, τo Central London Polytechnic και το London School of Economics. Έχει γράψει σχεδόν 200 βιβλία για παιδιά, μια συλλογή διηγημάτων για ενήλικες (Ο ερωτευμένος πυροσβέστης) και πάνω από 20 θεατρικά έργα, όπως και λιμπρέτα για όπερες. Στην Αγγλία και στην Αμερική, βιβλία του έχουν λάβει τα βραβεία Parents Choice Amazing Accomplishment Award, Sheffield Children’s Book Award Commendation, Judson, Massachusetts Children’s Choice Award, Arizona Library Association Young Readers Award, κ.ά. Βιβλία του έχουν μεταδοθεί από το BBC, έχουν περιληφθεί στα αναγνωστικά ελληνικών και αμερικανικών σχολείων κι έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, κινεζικά, γερμανικά, ισπανικά, ολλανδικά, σουηδικά, ιαπωνικά και άλλες γλώσσες. Την Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2019, στις 9 το βράδυ, θα παιχτεί στο Ηρώδειο τo μουσικοθεατρικό ονειρόδραμα Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι. Πόσο μεγάλο είναι ένα «πάντα»;, βασισμένο στο γνωστό μυθιστόρημά του Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι (Εκδόσεις Κέδρος, 2015 και 1992). Το τελευταίο του μυθιστόρημα, Το κουδούνι του τρόμου (Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2019), μας έδωσε την αφορμή για τη συζήτηση που ακολουθεί.
Το κουδούνι του τρόμου είναι ο τίτλος του τελευταίου μυθιστορήματός σας. Ποια ήταν η πηγή της έμπνευσής σας για το συγκεκριμένο έργο ή η αφορμή για να γραφτεί;
Πριν από χρόνια, περιδιάβαινα σε μια υπαίθρια αγορά του Αμβούργου όπου βρισκόμουν για ένα εγκληματολογικό συνέδριο, όταν σε έναν πάγκο με αντίκες πήρε το μάτι μου ένα ορειχάλκινο πλαίσιο κουδουνιού εξώθυρας με περίτεχνη διακόσμηση. Είχε κάτι το σαγηνευτικό και δαιμονικό συνάμα. Το πήρα στα χέρια μου και αναρωτιόμουν τι εξώθυρα να κοσμούσε κάποτε. Κάποιου φρενοκομείου; Κάποιας μυστικής αδελφότητας; Σημείωσα τότε δυο τρεις ιδέες που μου έδωσε αυτό το εύρημα, όπως το κουδούνι ενός φρενοκομείου που, όταν το χτυπάς, τρελαίνεσαι ή μιας εγκληματικής οργάνωσης που προκαλεί ακαριαία ηλεκτροπληξία σε ανεπιθύμητους επισκέπτες. Μια άλλη από τις ιδέες αυτές εξελίχθηκε αργότερα στην υπόθεση του μυθιστορήματος Το κουδούνι του τρόμου.
Στο βιβλίο σας γίνεται πάντρεμα διαφορετικών εποχών: απ’ τη μια τα τρένα με τις ατμομηχανές στον σιδηροδρομικό σταθμό και ο Νικολάκης Πιτσιρίμπος με τη μανία του να δένει κονσερβοκούτια στις ουρές των γάτων, από την άλλη οι κακοποιοί με τα κινητά τηλέφωνα και τα διαδικτυακά δημοσιεύματα στο τέλος. Με ποιο σκεπτικό επιλέξατε αυτή την προσέγγιση;
Με το σκεπτικό σύνθεσης ενός φανταστικού σύμπαντος πέρα από συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Οι στολές των αξιωματούχων, η αρχιτεκτονική των κτιρίων, τα ονόματα των χαρακτήρων, οι περιγραφές των επικίνδυνων ζώων, το καθετί στο Κουδούνι του τρόμου είναι ένα καλειδοσκόπιο από ψηφίδες διάφορων περιοχών και εποχών· από τα ολλανδικά ανάκτορα σε τριτοκοσμικά νεκροταφεία αυτοκινήτων, από κοσμικά καζίνο σε ζούγκλες της Ονδούρας, συγκροτώντας μια άλλοτε ονειρική και άλλοτε εφιαλτική μυθική αλήθεια.
Το να αποκηρύσσει ο συγγραφέας ένα από τα έργα του είναι σαν να αποκληρώνει ο πατέρας ένα από τα παιδιά του.
Σε αναγνώστες ποιων ηλικιών απευθύνεστε με το βιβλίο σας;
Το βιβλίο αυτό, όπως και τα περισσότερα βιβλία μου, είναι διηλικιακό. Ελπίζω ότι θα το απολαμβάνουν αναγνώστες όλων των ηλικιών. Μικροί και μεγάλοι. Δεν γράφω μόνο για παιδιά. Γράφω για όλη την οικογένεια.
Τι θα θέλατε κυρίως να μείνει στους αναγνώστες σας από αυτό;
Η οικολογική του πλοκή. Άλλωστε, το μυθιστόρημα είναι αφιερωμένο στα τελευταία Myrmecophaga tridactyla που ζουν στα δάση της Αργεντινής, της Βραζιλίας και της Ονδούρας.
Υπάρχει ή θα πρέπει να υπάρχει το πολυσυζητημένο «μήνυμα» σε ένα παιδικό βιβλίο;
O Γκρέιαμ Γκριν (Graham Greene) είχε κατατάξει τη μυθοπλασία του σε δύο κατηγορίες: Στα λογοτεχνικά μυθιστορήματα, όπως το The Power and the Glory, The Heart of the Matter κ.ά., και στα μυθιστορήματα τα οποία αποκαλούσε «entertainments», όπως το The Ministry of Fear, Our Man in Havana. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό The Paris Review είχε ορίσει τη διαφορά μεταξύ των δύο. Τα μυθιστορήματα της πρώτης κατηγορίας, διευκρίνισε, φέρουν ένα μήνυμα, της δεύτερης όχι. Έκτοτε έχει, βέβαια, υποστηριχθεί ότι ακόμα και τα μυθιστορήματα της δεύτερης κατηγορίας του Γκριν φέρουν μηνύματα και ότι η πραγματική διαφορά έγκειται στον τρόπο με τον οποίο μεταδίδονται. Ένα παιδικό βιβλίο μπορεί να είναι απολαυστικό, σε όποια από τις δύο κατηγορίες και να εμπίπτει. Άλλωστε, ο αναγνώστης μπορεί κάλλιστα να ανακαλύπτει μηνύματα, τα οποία ο συγγραφέας ούτε καν είχε διανοηθεί. Για παράδειγμα, κορυφαίος μας θιασάρχης και σκηνοθέτης, ο οποίος θεωρεί το θεατρικό μου έργο Τα γουρουνάκια κουμπαράδες ένα από τα σημαντικότερα από πλευράς πολιτικών μηνυμάτων κείμενα του δραματικού μας ρεπερτορίου, αγαπάει και ξεχωρίζει παράλληλα το μυθιστόρημά μου Οι πειρατές της καμινάδας, το οποίο δεν φέρει κανένα απολύτως μήνυμα, ή έτσι φαίνεται. Αυτό που πρέπει να αποφεύγει κανείς είναι ο κραυγαλέος διδακτισμός, ο οποίος, αντί να νουθετεί, απωθεί τον αναγνώστη. Το παιδικό βιβλίο πρέπει πρωταρχικά να διασκεδάζει το παιδί, να καλλιεργεί τη φαντασία του και να διευρύνει τους δημιουργικούς του ορίζοντες. Έμμεσα μόνο να μεταδίδει αξίες και μηνύματα, αφού πρώτα κερδίσει το παιδί εκπλήσσοντας και συναρπάζοντάς το.
Ποιο είναι το δυσκολότερο θέμα με το οποίο έχετε ασχοληθεί σε ένα παιδικό βιβλίο;
Το θέμα της γενοκτονίας στο μυθιστόρημά μου Η τελευταία μαύρη γάτα.
Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που αντλείτε γράφοντας για παιδιά;
Μια και ήδη αναφέρθηκα στον Γκρέιαμ Γκριν, επιτρέψτε μου να παραθέσω μια φράση του: «Η καλύτερη μυρωδιά είναι αυτή του ψωμιού, η καλύτερη γεύση είναι αυτή του αλατιού, η καλύτερη αγάπη είναι αυτή των παιδιών».
Ποια είναι η πιο απροσδόκητη ατάκα που ακούσατε ποτέ από κάποιο παιδί;
Σ’ ένα σχολείο, προτού διαβάσω στα παιδιά ένα παραμύθι μου με θέμα έναν μαγικό καθρέφτη που πολλαπλασιάζει όσους τον κοιτάνε, τα ρώτησα αν ξέρουν τι σημαίνει η λέξη «κλωνοποίηση». Ένα αγόρι σήκωσε το χέρι του. «Εγώ ξέρω!» είπε. «Σημαίνει ότι οι άνθρωποι γίνονται κλόουν». Αυτό μου έδωσε την ιδέα να γράψω μια ιστορία η οποία διαδραματίζεται στη Χώρα των Σοβαρών Ανθρώπων. Για κάποιο μυστηριώδη λόγο, οι κάτοικοι αρχίζουν ο ένας μετά τον άλλο να μεταμορφώνονται σε κλόουν. Ο σπουδαιοφανής δήμαρχος ανακαλύπτει ότι ένα από τα κουμπιά του μαύρου του σακακιού έχει γίνει ροζ. Ο αυστηρός τραπεζίτης ότι τα κορδόνια του παπουτσιού του έχουν πάρει χρώμα πράσινο λαχανί. Ένας στρατηγός βγάζει ένα τριαντάφυλλο στο πηλήκιό του. Και όσο προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα, τόσο αυτά πολλαπλασιάζονται…
Το έργο σας είναι πολυβραβευμένο, πολυμεταφρασμένο και διεθνώς αναγνωρισμένο. Σήμερα, το επίθετό σας είναι σχεδόν συνώνυμο με το παιδικό βιβλίο στη χώρα μας. Αναρωτιέμαι, όμως, δεδομένου ότι ήδη από τα πρώτα σας βιβλία προβάλατε μια διαφορετική, ανατρεπτική προσέγγιση στην παιδική λογοτεχνία, ποια ήταν τότε η υποδοχή σας από τους κύκλους των ομοτέχνων σας στην Ελλάδα;
Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, γιατί από τα πρώτα μου βήματα το έργο μου είχε θετική αποδοχή. Από τη Διάπλαση των Παίδων και την εφημερίδα Βραδυνή που δημοσίευσαν τις πρώτες μου προσπάθειες, τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά και τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου που βράβευσαν επανειλημμένως τα πρωτόλειά μου. Θυμάμαι μια χρονιά, όταν μου είχαν απονεμηθεί βραβεία σε τέσσερις διαγωνισμούς που είχαν διενεργηθεί, πριν από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ενός εξ αυτών, μου είχε τηλεφωνήσει ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, ο καθηγητής Βασίλης Αναγνωστόπουλος, για να σιγουρευτεί ότι δεν είχα υποβάλει και στους τέσσερις διαγωνισμούς το ίδιο κείμενο.
Ποιος σας ενθάρρυνε στα πρώτα σας αυτά βήματα στην παιδική λογοτεχνία, και μάλιστα σε μια εποχή όπου το παιδικό κοινό θεωρούνταν «εύκολο»;
Αρχικά ούτε με ενθάρρυνε ούτε με αποθάρρυνε κανείς, επειδή θεωρούσα όσα έγραφα πολύ προσωπικά και τα κρατούσα κρυφά. Αργότερα πίστεψαν στο έργο μου και μου έδωσαν φτερά ο Μάριος Βαϊάνος, ο οποίος με καλοδέχτηκε στο Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας και με σύστησε σε κορυφαίους λογοτέχνες της εποχής, η Νανά Καλλιανέση, η οποία εξέδωσε στον Κέδρο τον Χιονάνθρωπο και το κορίτσι, το πρώτο μου βιβλίο, η Μάνια Καραϊτίδη, η οποία εξέδωσε στην Εστία το δεύτερο βιβλίο μου, Το όνειρο του σκιάχτρου, και άλλοι που με αγάπη πάντα θυμάμαι, όπως τον Αναστάσιο Χριστοφιλόπουλο, καθηγητή μου στη Νομική Σχολή, ο οποίος, όταν έτυχε να διαβάσει στο περιοδικό Νέα Εστία ένα παραμύθι μου με τίτλο «Ο Ταξιδιώτης και η Μαργαρίτα» (περιλαμβάνεται τώρα στο ομότιτλο βιβλίο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη), με κάλεσε στο γραφείο του και μου είπε με αυστηρό ύφος: «Kύριε Τριβιζά, θα μπορούσατε να γίνετε ένας διαπρεπής νομικός ή ένας εξαιρετικός συγγραφέας. Θα σας συνιστούσα το δεύτερο».
Δεν γράφω μόνο για παιδιά. Γράφω για όλη την οικογένεια.
Ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να γίνει κάποιος πετυχημένος συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας;
Να αντικρίζει τον κόσμο μέσα από τα μάτια των παιδιών.
Πολλοί φτασμένοι δημιουργοί αποκηρύσσουν κάποια στιγμή ένα μέρος του έργου τους. Το έχετε κάνει ή θα το κάνατε ποτέ;
Τα έργα είναι κατά κάποιον τρόπο γόνοι των δημιουργών. Το να αποκηρύσσει ο συγγραφέας ένα από τα έργα του είναι σαν να αποκληρώνει ο πατέρας ένα από τα παιδιά του. Ακόμα, όμως, και τότε τα αποκληρωμένα παιδιά έχουν τη δική τους αξία και μπορούν να αγαπηθούν. Εγώ, μάλιστα, έχω υιοθετήσει ένα από αυτά τα «αποκηρυγμένα έκθετα». Νεαροί αναγνώστες της Διάπλασης των Παίδων περνούσαμε πού και πού από τα γραφεία του περιοδικού στην πλατεία Καρύτση. Εκεί, στο γραφείο του εκδότη Γιάννη Παράσχου, συνάντησα ένα απόγευμα έναν άλλο συνδρομητή, ο οποίος μου διάβασε ένα ποίημά του με τίτλο «Φωτογραφίες». Μου άρεσε και το αποστήθισα. Αργότερα, το έγραψα σε ένα κομμάτι ξεφλουδισμένης ταπετσαρίας από ένα δωμάτιο που συναντιόμασταν με μια φίλη μου και το τοποθέτησα στην πρώτη σελίδα ενός άλμπουμ με φωτογραφίες μας. Πέρασαν χρόνια πολλά. Ύστερα από δεκαετίες απουσίας και των δυο μας στο εξωτερικό, τον συναντώ τυχαία στο Ταμείο Νομικών, καταξιωμένο πλέον ποιητή. Πιάνουμε κουβέντα και του λέω:
«Ξέρεις... Θυμάμαι ακόμα εκείνο το ποιηματάκι!»
«Ποιο ποιηματάκι;» ρωτάει έκπληκτος.
«Εκείνο για φωτογραφίες».
«Λάθος θα κάνεις. Δεν έχω γράψει εγώ ποιηματάκι για φωτογραφίες».
«Πώς δεν έχεις γράψει; Άκου το!» και του το απαγγέλλω.
«Αυτό», λέει (αμήχανα), «το έχω αποκηρύξει εδώ και καιρό. Δεν το περιλαμβάνω στις συλλογές μου».
Και για να μετριάσει την απογοήτευσή μου, μου χαρίζει μια ποιητική του συλλογή και γράφει στην αφιέρωση: «Για τον φίλο Ευγένιο, τον βιβλιολάθα» (δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη αυτή, αργότερα έμαθα ότι έτσι αποκαλούσαν τον Δίδυμο τον γραμματικό). Ξεφυλλίζοντας τη συλλογή, βλέπω ότι περιλαμβάνει ένα ποίημα που παίζει με τις λέξεις «ομιλία» και «ωμή λεία», οπότε του προσφέρω και εγώ το τελευταίο μου βιβλίο και γράφω στην αφιέρωση: «Από την ωμή λεία προτιμώ την πρώτη λεία». Δεν ξέρω με ποια ποινή τιμωρείται η παράθεση αποκηρυγμένων ποιημάτων χωρίς τη συγκατάθεση του ποιητή, στη συγκεκριμένη περίπτωση του Αντώνη Φωστιέρη, αλλά είμαι αποφασισμένος να υποστώ τις συνέπειες και το παραθέτω:
«Φωτογραφίες»
Από το χτες
Πατημασιές
Ίχνος στερνό
Που σ’ απομένει
Εκεί που πρώτα
Άναβαν φώτα
Τώρα σκοτάδι
Κρύο και χιόνι
Φωτογραφίες
Το τελευταίο
Μυρολουλούδι
Μη με λησμόνει
Ούτε εγώ γνωρίζω τις συνέπειες, αλλά σας ευχαριστώ θερμά που το μοιραστήκατε μαζί μας! Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια άνθηση των εργαστηρίων δημιουργικής γραφής, και μάλιστα πολλά εργαστήρια αφορούν το παιδικό βιβλίο. Ο συγγραφέας γεννιέται ή γίνεται;
Όπως μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής σε κάποια θεατρική ακαδημία, μαθήματα μουσικής σ’ ένα ωδείο ή μαθήματα ζωγραφικής σε μια σχολή καλών τεχνών, έτσι, αν το επιθυμεί, μπορεί να παρακολουθήσει σ’ ένα εργαστήρι μαθήματα δημιουργικής γραφής. Οι σπουδές αυτές αναμφισβήτητα παρέχουν χρήσιμες γνώσεις, πληροφορίες, τεχνικές και κατευθύνσεις. Ούτε απαραίτητες είναι, όμως, ούτε εγγυώνται ότι θα τα καταφέρει κανείς στον τομέα επιλογής του. Η γνώμη μου είναι ότι αν έχει κανείς την έφεση, η χρησιμότερη μαθητεία για να μυηθεί στα μυστικά της συγγραφής είναι η μελέτη όσο το δυνατόν ευρύτερου φάσματος βιβλίων, αρχής γενομένης από τα αριστουργήματα της κλασικής λογοτεχνίας.
Ποια συμβουλή θα δίνατε σε κάποιον που θέλει να γράψει βιβλία ή/και θεατρικά έργα για παιδιά;
Να αναρωτηθεί αν θα αισθανόταν την εσωτερική ανάγκη να τα γράψει για τη χαρά της δημιουργίας, έστω και αν σε μια ακραία περίπτωση δεν θα τα διάβαζε ή δεν θα τα έβλεπε ποτέ κανείς.
Για να γυρίσουμε στο Κουδούνι του τρόμου, κλείνοντας το βιβλίο μάς κλείνετε και το μάτι για τη συνέχειά του. Έχετε ήδη αρχίσει να τη γράφετε;
Όχι ακόμα. Αυτή την περίοδο ασχολούμαι με τις τελευταίες πινελιές στο νέο μου μυθιστόρημα με τίτλο Η εκδίκηση που ήρθε από το κρύο, το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, στην ίδια σειρά όπου ανήκουν Οι πειρατές της καμινάδας και Η ζωγραφιά της Χριστίνας.
Σας ευχαριστούμε πολύ!
Το κουδούνι του τρόμου
Ευγένιος Τριβιζάς
εικονογράφηση: Stephen West
Ελληνικά Γράμματα
360 σελ.
ISBN 978-960-19-0759-8
Τιμή €16,50