Σύμφωνα με την υπόθεση, ένας γνωστός εισαγγελέας της Βαρσοβίας, ο Τέοντορ Σάτσκι, μετακομίζει στη γραφική κωμόπολη του Σαντόμιες με σκοπό να κάνει μια καινούργια αρχή. Έχει χωρίσει με τη γυναίκα του, που την αγαπά ακόμη, και του λείπει η 11χρονη κόρη του, η οποία έχει ήδη αρχίσει να συνηθίζει τη ζωή με τον πατριό της. Ο Σάτσκι είναι νέος, ωραίος και επαγγελματικά επιτυχημένος, όμως διέρχεται μια προσωπική κρίση που έχει αντίκτυπο και στη δουλειά του, αφού συχνά χάνει τον μπούσουλα και την ισορροπία στις επαγγελματικές του σχέσεις. Κι ενώ βαριέται φοβερά τη ζωή στο Σαντόμιες, όπου η εγκληματικότητα αφορά κατά κύριο λόγο μικροκλοπές, μια γυναίκα βρίσκεται κατακρεουργημένη και γυμνή. Το όπλο του εγκλήματος είναι ένα σπάνιο μαχαίρι, από αυτά που χρησιμοποιούνταν για την τελετουργική σφαγή ζώων στην εβραϊκή παράδοση. Το σκηνικό είναι καλοστημένο, προκειμένου να προσελκύσει το ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Τα στοιχεία είναι σκόρπια και δείχνουν σκηνοθετημένα. Και ο παλιός Τέοντορ Σάτσκι, με την παλιά του ψυχολογική κατάσταση και τους παλιούς του συνεργάτες, ίσως να έβρισκε αμέσως την άκρη του νήματος. Ο σημερινός Τέοντορ Σάτσκι, όμως, βρίσκεται περικυκλωμένος από συνεργάτες που έχουν προσωπικές σχέσεις με όλους τους εμπλεκόμενους στο έγκλημα, ενώ το πάλαι ποτέ αλάθητο ένστικτό του δείχνει να έχει απενεργοποιηθεί για τα καλά:
Ο εισαγγελέας Τέοντορ Σάτσκι ήταν δυσαρεστημένος. Η αφήγηση της Σομπιέραϊ για το ζεύγος Μπούντνικ περιείχε πολλές πληροφορίες αλλά και πολλά συναισθήματα. Έπαψε να βλέπει το θύμα ως συνέπεια μίας απαγορευμένης πράξης, για την οποία κάποιος πρέπει να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη και να τιμωρηθεί. Ο σύζυγος του θύματος έπαψε να είναι ο ύποπτος νούμερο ένα. Χάρη στη ζωντανή, συναισθηματικά φορτισμένη αφήγηση της Σομπιέραϊ, έγιναν σε ανεπιθύμητο βαθμό πρόσωπα με σάρκα και οστά· το όριο μεταξύ της πληροφορίας και της ερμηνείας ξεπεράστηκε (σελ.48-49). Ένας καλός ανακριτής πρέπει να είναι σαν καλός τερματοφύλακας, που ίσως να μην μπορεί να αποκρούσει ένα σουτ που δεν μπορεί να αποκρουστεί, αλλά δεν αφήνει να μπει και όλη η σαβούρα (σελ.229).
Πρόκειται για ένα πολύ καλό μυθιστόρημα, διαφωτιστικό ως προς τη ζωή σε μια χώρα όχι και τόσο μακρινή μας, αλλά μάλλον άγνωστή μας.
Ο Ζίγκμουντ Μιλοσέφσκι, με αφορμή ένα έγκλημα που ίσως έχει ρατσιστικά κίνητρα, ίσως όχι, παρουσιάζει την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία μιας πολωνικής πόλης σε σχέση με τον εβραϊκό πληθυσμό, που γνώρισε την έννοια του πογκρόμ και πριν από τα εγκλήματα των Ναζί, και σε σχέση με την εξάρτηση των κατοίκων από την Καθολική Εκκλησία. Μύθοι, παραδόσεις, εγκλήματα του παρελθόντος που έμειναν ατιμώρητα, υπόγειες στοές, όλα αυτά συνθέτουν ένα μυθιστόρημα που δίνει στον αναγνώστη μια καλή γεύση από την πολωνική κοινωνία του χθες και του σήμερα. Ο Μιλοσέφσκι γράφει με ωραίο ρυθμό, αλλού γρήγορο και αλλού νοσταλγικό, με καλές δόσεις χιούμορ:
«Άκου, θυμάμαι καλά ότι ο γέρος σου είναι εγκληματίας, διεφθαρμένος, φονιάς και τιποτένιος;» «Σωστά· είναι αξιωματικός της αστυνομίας», αποκρίθηκε ο Σάσα (σελ.322). Είχε κατάλευκα, κοντοκομμένα μαλλιά, πρόσωπο ρυτιδιασμένο σαν την αυτοπροσωπογραφία του Ντα Βίντσι και ανοιχτόχρωμα, υγρά μάτια. Αντίθετα, το περιποιημένο μικρό μουστάκι ήταν κορακάτο, κάτι που έδινε στον ηλικιωμένο όψη δαιμονική και τρομακτική. Πρέπει να ήταν γύρω στα εβδομήντα. Αν ήταν λιγότερο, στη ζωή του πρέπει να είχε βιώσει πάρα πολλές απότομες καμπές (σελ.34-35). Το εστιατόριο [...] ήταν όλα όσα είχαν πάψει να είναι τα εστιατόρια στον πολιτισμένο κόσμο εδώ και δεκαετίες. Μεγάλη, αφιλόξενη αίθουσα, τραπέζια καλυμμένα με τραπεζομάντιλο και μεγάλο σεμέν, καρέκλες από ταπετσαρία με ψηλή πλάτη. [...] Η σερβιτόρα χτυπώντας τα τακούνια της έπρεπε να καλύψει τόσο μεγάλη απόσταση, που ο Σάτσκι ήταν σίγουρος: ο καφές είχε κρυώσει στον δρόμο (σελ.36).
Πρόκειται για ένα πολύ καλό μυθιστόρημα, διαφωτιστικό ως προς τη ζωή σε μια χώρα όχι και τόσο μακρινή μας, αλλά μάλλον άγνωστή μας. Η πυκνή και ωραία του πλοκή, ωστόσο, ίσως αδικείται κάπως από το τέλος του. Σε κάθε περίπτωση, είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί, από έναν συγγραφέα που έχει πολλά να πει. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στη γλαφυρή μετάφραση της Αναστασίας Χατζηγιαννίδη.
Ένας κόκκος αλήθειας
Zygmunt Miłoszewski
μετάφραση: Αναστασία Χατζηγιαννίδη
Στερέωμα
472 σελ.
ISBN 978-960-8061-72-9
Τιμή €16,96
Πηγή:
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/12713-enas-kokos-alhtheias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου